
Η υποχρέωση Διατροφής συνιστά θεμελιώδη νομική αρχή που αποσκοπεί στη διασφάλιση της οικονομικής στήριξης ανήλικων τέκνων, όχι μόνο στις περιπτώσεις όπου ο γάμος των γονέων δεν είναι πλέον σε ισχύ, αλλά και σε κάθε άλλη περίπτωση, κατά την οποία οι γονείς δεν συμβιώνουν, όπως όταν ουδέποτε τελέσθηκε γάμος μεταξύ τους, όταν τελούν σε διάσταση ή ακόμη και όταν παρά την υφιστάμενη έγγαμη σχέση, διαβιούν χωριστά.
Στην Κυπριακή Δημοκρατία, η ρύθμιση της Διατροφής γίνεται μέσω Διατάγματος, το οποίο εκδίδεται αποκλειστικά από το κατά τόπο αρμόδιο Οικογενειακό Δικαστήριο. Ο Περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμος του 1990 (Ν.216/1990) (ο «Νόμος») αποτελεί το βασικό νομοθετικό πλαίσιο που ρυθμίζει, μεταξύ άλλων, το ζήτημα της Διατροφής τέκνων στην Κυπριακή Δημοκρατία. Τα άρθρα 33 – 38 του Νόμου καθορίζουν τις σχετικές υποχρεώσεις και δικαιώματα, καθώς και τα κριτήρια βάσει των οποίων επιδικάζεται η διατροφή.
Ο Νόμος διέπει τον τρόπο με τον οποίο εξετάζονται οι αιτήσεις Διατροφής από τα Κυπριακά Οικογενειακά Δικαστήρια, τόσο ως προς τα ουσιαστικά ζητήματα όσο και ως προς την ενώπιον τους διαδικασία. Ειδικότερα, το άρθρο 33 το εν λόγω νόμου, καθορίζει ότι:
«33.-(1) Οι γονείς έχουν υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους από κοινού ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του.
(2) Με απόφαση και σχετική ρύθμιση από το Δικαστήριο, η υποχρέωση των γονέων δυνάμει του εδαφίου (1) είναι δυνατό να συνεχίσει και μετά την ενηλικίωση του τέκνου, στις περιπτώσεις όπου ειδικές περιστάσεις επιβάλλουν τούτο, όπως σε περίπτωση ανικανότητας ή αναπηρίας του τέκνου ή υπηρεσίας θητείας του στην Εθνική Φρουρά ή φοίτησής του σε εκπαιδευτικό ίδρυμα ή επαγγελματική σχολή.
(3) Το ανήλικο τέκνο και αν ακόμα έχει περιουσία, έχει δικαίωμα διατροφής από τους γονείς του.» Αξίζει να τονισθεί ότι τέτοιου είδους Διατάγματα, εκδίδονται κατόπιν αιτήσεως του γονέα ο οποίος έχει τη φύλαξη και φροντίδα του ανήλικου τέκνου ή σε αντίθετη περίπτωση, δύνανται να εκδοθούν και όταν το τέκνο είναι ενήλικο αλλά εμπίπτει σε μια ή περισσότερες από τις κατωτέρω κατηγορίες:
- Σε περίπτωση ανικανότητας ή αναπηρίας του τέκνου
- Υπηρεσία θητείας του στην Εθνική Φρουρά
- Φοίτηση σε εκπαιδευτικό ίδρυμα ή επαγγελματική σχολή
Τα Δικαστήρια έχουν ως απόλυτο στόχο τη διαφύλαξη της συνέχειας και της σταθερότητας του επιπέδου ζωής που διατηρούσε το ανήλικο τέκνο, όχι μόνο κατά τον χρόνο λύσης ή ακύρωσης του γάμου, αλλά και σε κάθε άλλη περίπτωση διακοπής της συμβίωσης των γονέων, είτε αυτοί τελούν σε διάσταση, είτε ουδέποτε είχαν τελέσει γάμο μεταξύ τους, είτε εξακολουθούν να είναι έγγαμοι πλην όμως ζουν χωριστά. Εκτός από τη διαφύλαξη, επιχειρείται προσμέτρηση έτσι ώστε το βιοτικό επίπεδο του ανήλικου τέκνου να είναι όσο πιο όμοιο γίνεται με το βιοτικό επίπεδο που διατηρούσε κατά τη διάρκεια του γάμου και να μην υποστεί δραματικές αλλαγές. Η ανωτέρω αρχή, έχει επανειλημμένως επιβεβαιωθεί και από τη Νομολογία και συγκεκριμένα στην υπόθεση Α.Α. ν. Φ.Κ., Αρ. Αίτησης: 115/2019, 29/11/2021, όπου το Δικαστήριο τόνισε ότι :
«Ως προς το τι συνιστούν ανάγκες του δικαιούχου, παραπέμπω στο σύγγραμμα του Απόστολου Σ. Γεωργιάδη «ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ» όπου στη σελ. 652, αναφέρονται τα πιο κάτω:
«1. Ανάγκες του δικαιούχου
Η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του δικαιούχου και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευση του … . Στο περιεχόμενο της διατροφής περιλαμβάνονται ειδικότερα βιοτικές ανάγκες του δικαιούχου που είτε υφίστανται πραγματικά κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής είτε μπορούν με βεβαιότητα να προβλεφθούν μελλοντικά. Η διατροφή λοιπόν περιλαμβάνει κάθε αναγκαία βιοτική δαπάνη: τροφή, στέγη, ένδυση, θέρμανση, φωτισμό, λοιπά λειτουργικά έξοδα της οικίας διαμονής, ψυχαγωγία, μόρφωση (π.χ. αγορά βιβλίων), διαπαιδαγώγηση, νοσηλεία και δαπάνες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, παραθέριση, συγκοινωνία και επικοινωνία. Ιδίως περιλαμβάνονται δαπάνες θεωρητικής, επαγγελματικής ή τεχνικής μόρφωσης, ακόμη και μεταπτυχιακής.»
«ΙΙ. Έξοδα ανηλίκου
Σύμφωνα με τη Νομολογία (Μαρκουλίδης ν. Μαρκουλίδη (1998) 1 ΑΑΔ 1386, 1390) το Δικαστήριο, ως προς τα έξοδα διατροφής ανηλίκου, δεν δεσμεύεται από τη μαρτυρία των διαδίκων, αλλά είναι καθήκον του να εντοπίσει το εύλογο των κονδυλίων που απαιτούνται για την ικανοποίηση των αναγκών διατροφής και συντήρησης του. Περαιτέρω, σύμφωνα και πάλι με τη Νομολογία, η κοινή πείρα και η πείρα της ζωής είναι παράγοντες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τις ανάγκες των συγκεκριμένων ενώπιον του Δικαστηρίου ατόμων. (Βλ. Παναγιώτου ν. Σφικτού (2001) 1 Α.Α.Δ. 625).
Στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Κορελλίδης v. Κορελλίδη (2012) 1Γ A.A.Δ. 1975 λέχθηκε ότι:
«… το Δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο να υπεισέρχεται σε λεπτομέρειες που να οδηγούν σε υπολογισμό με σεντ, αλλά θα πρέπει να σταθμίζει τις ανάγκες και να καταλήγει σε συμπεράσματα που να επαναφέρουν, ή δυνατό, τα ανήλικα τέκνα σε μια πλησιέστερη κατάσταση, όπως θα ήταν εάν οι γονείς τους ζούσαν μαζί».
Το Δικαστήριο είναι σε θέση, λαμβάνοντας υπόψη τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς των διαδίκων, ως προς τα έξοδα διατροφής του ανήλικου, τα οποία είναι συνακόλουθα βεβαίως και της ηλικίας του, να καταλήξει σε ένα ποσό το οποίο αντανακλά το εύλογο και τα διδάγματα της κοινής πείρας και ζωής, ως εύστοχα αναφέρει η προαναφερθείσα νομολογία.»
Καθοριστικό παράγοντα για τον προσδιορισμό του ύψους της Διατροφής αποτελεί η οικονομική κατάσταση εκάστου γονέα. Σύμφωνα με το άρθρο 33 του Νόμου, οι γονείς έχουν κοινή και αλληλέγγυα υποχρέωση να συμβάλλουν στη Διατροφή του τέκνου ανάλογα με τις δυνάμεις τους, λαμβανομένων υπόψη τόσο των αναγκών του τέκνου όσο και των οικονομικών και προσωπικών περιστάσεων των γονέων. Έχει διευκρινιστεί ότι η δυνατότητα του κάθε γονέα δεν περιορίζεται μόνο στο πραγματικό εισόδημα, αλλά περιλαμβάνει και τη δυνατότητα απόκτησης εισοδήματος, βάσει διαφόρων παραγόντων όπως για παράδειγμα την ηλικία, την υγεία, την επαγγελματική εκπαίδευση και εμπειρία αλλά και τις ευκαιρίες απασχόλησης.
Τέλος, θα πρέπει να επισημανθεί ότι σε περιπτώσεις είτε αδικαιολόγητης είτε συστηματικής μη συμμόρφωσης προς Διάταγμα Διατροφής, το Δικαστήριο δύναται, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 124Α του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου του Κεφαλαίου 155, να εκδώσει φυλακιστήρια εναντίον του υπόχρεου γονέα. Το μέτρο αυτό δεν επιβάλλεται αυτομάτως με κάθε παράλειψη πληρωμής, αλλά μόνο εφόσον το Δικαστήριο κρίνει και ικανοποιηθεί ότι:
- Ο γονέας που είναι υπόχρεος σε Διατροφή, έχει πραγματική δυνατότητα συμμόρφωσης με το Διάταγμα Διατροφής,
- Παρά ταύτα παρέλειψε ή αρνήθηκε να καταβάλει τα οφειλόμενα ποσά,
- Δεν συντρέχει οποιαδήποτε εύλογη αιτία που να δικαιολογεί την παράλειψη του να εξοφλήσει το οφειλόμενο ποσό.
Με τον τρόπο αυτό ο υπόχρεος προς καταβολή διατροφής καλείται να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου για να δώσει εξηγήσεις για τη μη συμμόρφωση του αναφορικά με το Διάταγμα Διατροφής.
Επισημαίνεται ότι το φυλακιστήριο δεν αποσκοπεί καθ’ αυτό σε επιβολή ποινής, αλλά μέτρο εκτέλεσης που θα αναγκάσει τον γονέα να εκτελέσει την υποχρέωση του και σκοπός του άρθρου 124Α είναι να διασφαλίσει ότι η υποχρέωση διατροφής , η οποία συνδέεται άμεσα με το δικαίωμα του τέκνου στην αξιοπρεπή διαβίωση, θα έχει πρακτική και ουσιαστική εφαρμογή.
Ελένη Βακή